Ξεκίνησε η διαδικασία συμβιβασμού ενώπιον των Ειρηνοδικείων
Από τις 4 Ιανουαρίου 2011, σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου 3869/2010 ενεργοποιήθηκε το στάδιο της ρύθμισης οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων κατά το οποίο αναλαμβάνουν ενεργό ρόλο τα Ειρηνοδικεία της χώρας. Προϋπόθεση υπαγωγής σε αυτό το στάδιο είναι η προηγηθείσα, εντός του τελευταίου εξαμήνου, αποτυχία επίτευξης του εξωδικαστικού συμβιβασμού του προηγούμενου σταδίου που έγινε με την πρωτοβουλία των υπερχρεωμένων οφειλετών προς τους πιστωτές. Η σχετική αίτηση για ρύθμιση των οφειλών μπορεί να κατατίθεται από τις 4-1-2011 στο Eιρηνοδικείο του τόπου όπου κατοικεί το υπερχρεωμένο φυσικό πρόσωπο. Σε ρύθμιση δύναται να υπαχθούν τόσο οι οφειλές που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, όσο και αυτές που..



ακόμη εξυπηρετούνται.

Στο στάδιο αυτό:

- Ουσιαστικά επαναλαμβάνεται για δεύτερη φορά η προσπάθεια εξωδίκου συμβιβασμού με την συμβολή όμως αυτή τη φορά των Ειρηνοδικείων και στο πλαίσιο των προϋποθέσεων και προθεσμιών που απαιτούνται για το πέρασμα στο επόμενο στάδιο που είναι η – σε περίπτωση αποτυχίας του συμβιβασμού– δικαστική ρύθμιση των οφειλών.

- Η προσπάθεια επίτευξης συμβιβασμού ενώπιον των Ειρηνοδικείων για τη ρύθμιση των οφειλών των φυσικών προσώπων που έχουν περιέλθει σε μόνιμη αδυναμία πληρωμής, δεν εξαρτάται από την προθυμία ή τη σύμφωνη γνώμη των πιστωτών ή πιστωτικών ιδρυμάτων. Οι υπερχρεωμένοι οφειλέτες αποκτούν διαπραγματευτική δύναμη, καθώς μπορούν να επιτύχουν με τη δικαστική συνδρομή και διαδικασία τη ρύθμιση των οφειλών τους και την απαλλαγή μέρους αυτών. Η εφαρμογή του νόμου δημιουργεί μία νέα δυναμική στη φάση του εξώδικου συμβιβασμού, καθώς είναι πλέον προς το συμφέρον όλων - και των ίδιων των πιστωτών - να αξιοποιηθεί η δυνατότητα συναινετικής ρύθμισης των οφειλών.

Η αίτηση που υποβάλλει ο οφειλέτης ενώπιον του Ειρηνοδικείου πρέπει να περιέχει:
α) έκθεση της μόνιμης αδυναμίας του να πληρώσει ληξιπρόθεσμες οφειλές,
β) κατάσταση της περιουσίας του και των πάσης φύσεως εισοδημάτων του ίδιου και της συζύγου του,
γ) κατάσταση των πιστωτών και των απαιτήσεών τους κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα και
δ) σχέδιο διευθέτησης οφειλών, που να λαμβάνει υπόψη με εύλογο τρόπο και σε συσχέτιση τα συμφέροντα των πιστωτών και την περιουσία, τα εισοδήματα και την οικογενειακή κατάσταση του οφειλέτη.

Μέσα σε ένα μήνα από την υποβολή της αίτησης στο δικαστήριο, ο οφειλέτης επιδίδει στους πιστωτές του την αίτηση με τον προσδιορισμό δικασίμου, την κατάσταση της υπάρχουσας περιουσίας και των εισοδημάτων του και το σχέδιο διευθέτησης των οφειλών. Οι πιστωτές καλούνται να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους και να δηλώσουν αν συμφωνούν ή όχι στο σχέδιο εντός δύο μηνών από την υποβολή της αίτησης. Σε περίπτωση που δεν επέρχεται συμφωνία και εντός 15 ημερών από την πάροδο του διμήνου, ο οφειλέτης μπορεί να υποβάλει τροποποιημένο σχέδιο, στο οποίο οι πιστωτές οφείλουν να απαντήσουν εντός των επόμενων είκοσι ημερών.

Εφόσον οι πιστωτές δεν πάρουν θέση επί του σχεδίου εντός των προθεσμιών, τεκμαίρεται ότι αποδέχονται το σχέδιο. Ο συμβιβασμός μπορεί να επιτευχθεί και αν δεν συμφωνούν όλοι οι πιστωτές. Αρκεί να συμφωνούν οι πιστωτές με το ήμισυ τουλάχιστον του συνολικού ποσού των απαιτήσεων. Προϋπόθεση να συμφωνούν οι πιστωτές που έχουν εξασφαλισμένες απαιτήσεις.

Εφόσον δεν επιτευχθεί κατά τα ανωτέρω συμβιβασμός, ακολουθεί το στάδιο της Δικαστικής Ρύθμισης των Οφειλών. Δηλαδή, στη δικάσιμο που έχει οριστεί, γίνεται η συζήτηση της αίτησης, κατά την οποία το δικαστήριο ελέγχει τη συνδρομή των προϋποθέσεων για τη ρύθμιση των χρεών και ιδίως εάν υπάρχει μόνιμη αδυναμία για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Εφόσον υφίστανται οι προϋποθέσεις, το δικαστήριο εκδίδει απόφαση, με την οποία υποχρεώνει τον οφειλέτη να καταβάλει μηνιαίως το ποσό που αυτό καθορίζει για χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών. Το ύψος των μηνιαίων καταβολών καθορίζεται από το δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματα του οφειλέτη, τη δυνατότητα συνεισφοράς του συζύγου και σταθμίζοντας αυτά με τις βιοτικές ανάγκες του ιδίου και των προστατευόμενων μελών της οικογένειας του. Εφόσον παρέλθουν τα τέσσερα έτη και έχει τηρήσει ο οφειλέτης τις υποχρεώσεις του, επέρχεται απαλλαγή από το υπόλοιπο των χρεών.

Σε περίπτωση ρύθμισης οφειλών διατάσσεται η ρευστοποίηση της ακίνητης περιουσίας, εφόσον τούτο κρίνεται αναγκαίο για την ικανοποίηση των πιστωτών. Ο οφειλέτης, όμως, μπορεί να εξαιρέσει από τη ρευστοποίηση και να «σώσει» την πρώτη ή την μοναδική του κατοικία. Στην περίπτωση αυτή, αναλαμβάνει να εξοφλήσει ένα πρόσθετο μέρος των χρεών που ανέρχεται μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας της σε χρονικό διάστημα μέχρι είκοσι έτη και με το ευνοϊκό επιτόκιο ενός στεγαστικού δανείου.

Μετά την κατάθεση της αίτησης ο οφειλέτης μπορεί να ζητήσει, με τη διαδικασία των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης, την παύση των μέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης (πλειστηριασμού) που βρίσκονται σε εξέλιξη ή με τα οποία απειλείται ο οφειλέτης. Για την αναστολή αρκεί να πιθανολογηθεί η ευδοκίμηση της αίτησης για ρύθμιση των χρεών.

Ειδικά για την περίπτωση της κύριας ή μοναδικής κατοικίας αναφέρω ότι με σχετική τροπολογία υπογραφόμενη από τα συναρμόδια υπουργεία, η αναστολή των πλειστηριασμών παρατάθηκε μέχρι το τέλος Ιουνίου 2011. Η τροπολογία αυτή αφορά τόσο τους πλειστηριασμούς που επισπεύδονται από πιστωτικά ιδρύματα για την ικανοποίηση απαιτήσεων που δεν υπερβαίνουν το ποσόν των 200.000,00 ευρώ όσο και τους πλειστηριασμούς που επισπεύδονται από οποιονδήποτε σε βάρος της πρώτης ή της μοναδικής κατοικίας του οφειλέτη, για τους οποίους επίσης ισχύει η προσωρινή απαγόρευση του νόμου 3869/2010 για την «ρύθμιση των οφειλών των υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων».